Να διευκρινιστεί, ωστόσο, ότι όλα τα νεα “startup” δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως «επιχειρήσεις ανάγκης». Η ειδοποιός διαφορά είναι η ύπαρξη εξαρχής ενός συγκεκριμένου στόχου και όχι η προσαρμογή του στις προκηρύξεις των χρηματοδοτικών προγραμμάτων, όπως αυτών του ΕΣΠΑ. Είναι, δηλαδή διαφορετικό να προσπαθήσει κάποιος να υλοποιήσει μια ιδέα που του ταιριάζει και τον εμπνέει από την καιροσκοπική αναζήτηση χρημάτων με πρόσχημα την επιχειρηματικότητα. Στην πρώτη περίπτωση πολλές επιχειρήσεις έχουν τα εχέγγυα για μια επιτυχημένη πορεία, ενώ στη δεύτερη είναι ένα ερώτημα τί μέλλει γενέσθαι μετά το τέλος της επιδότησης.
Η τελική αξιολόγηση θα γίνει από την αγορά. Τα εγχειρήματα που ανταποκρίνονται καλύτερα στην πραγματικότητα, όντας προσαρμοσμένα σε συνθήκες οικονομικής κρίσης θα έχουν τη στήριξη των καταναλωτών. Άλλα ίσως εντυπωσιάσουν και ευτυχήσουν στην αρχή, ως «νέες μόδες», χωρίς να έχουν ουσιαστικά ερείσματα στο αγοραστικό κοινό. Κλειδί της επιτυχίας είναι, συνήθως, η ποιότητα σε συνδυασμό με τη λογική τιμή του προϊόντος, όπως και η προσέγγιση και εξυπηρέτηση του πελάτη. Οι παράγοντες αυτοί φαντάζουν εν πολλοίς αυτονόητοι, αν και αποκτούν πλέον ιδιαίτερη αξία, καθώς ο καταναλωτής είναι αρκετά διστακτικός στις αγορές του.
Η κρίση, ακόμα και αν, σε ορισμένες περιπτώσεις, ευνόησε την επιχειρηματικότητα ανάγκης, ακόμα και τον επιχειρηματικό καιροσκοπισμό, δημιούργησε τις συνθήκες, ώστε πολλοί να αξιοποιήσουν την εφευρετικότητά τους. Δεν είναι εύκολη επιλογή η ανάληψη του επενδυτικού ρίσκου, αντί της μισθωτής εργασίας, χωρίς να υπάρχει σοβαρό κίνητρο. Όσοι, όμως, επιλέγουν συνειδητά μια επένδυση που τους ταιριάζει και την υποστηρίζουν δυναμικά –παρά τις αντιξοότητες- αποτελούν τη μόνη ελπίδα μιας χρόνια πάσχουσας οικονομίας.